Σκυλίσια εβδομάδα

 της Αγγελικής Σπανού

Μετά τις κάλπες και τον πυρετό της κομματικής σύγκρουσης, ακολουθεί, συνήθως, ένα διάστημα μετεκλογικής ευεξίας, που μερικές φορές προοιωνίζεται και κάποια φάση λαϊκής ανοχής προς τη νέα κυβέρνηση. Το σχήμα Σαμαρά, ωστόσο, δεν πρόλαβε να ζήσει καν ένα 24ωρο θετικής δημοσιότητας.
 Με την ανακοίνωση της σύνθεσής του, ακόμη και οι πλέον ενθουσιώδεις με το πείραμα της τρικομματικής συνεργασίας, απελπίστηκαν. Κομματικοί υπολογισμοί, προσωπικοί εγωισμοί, πολιτικοί αναχρονισμοί, ακόμη και το ανθρώπινο μίσος, οδήγησαν σε ένα σχήμα που μόνο μεταρρυθμιστική ορμή δεν αποπνέει.

Και από το κακό, πήγαμε κατευθείαν στο χειρότερο. Ο πρωθυπουργός παραμένει σε αναγκαστική ακινησία λόγω προβλήματος υγείας και ο προοριζόμενος για υπουργός Οικονομικών παραιτήθηκε πριν να ορκιστεί. Η αιφνίδια αδιαθεσία που τον οδήγησε στο νοσοκομείο, έπαιξε καθοριστικό ρόλο, αλλά είχε προηγηθεί το δυσάρεστο ξάφνιασμά του από το γεγονός ότι στην κυβέρνηση δεν μετείχαν πρόσωπα με τα οποία θα μπορούσε να συνεργαστεί εποικοδομητικά.

Όπως συνήθως συμβαίνει όταν σε παίρνει η κατηφόρα, υπήρξε συνέχεια: Ανακοινώθηκε ότι στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, η χώρα θα εκπροσωπηθεί από τον ΥΠΕΞ, Δ. Αβραμόπουλο, αλλά τελικά, ούτε κι αυτό δεν θα γίνει, γιατί η κοινοτική διαδικασία προβλέπει εκεί τη συμμετοχή μόνο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων.

Στο σημείο αυτό τα πράγματα γίνονται σοβαρά. Η ελληνική πολιτεία δεν γνωρίζει ούτε τα στοιχειώδη στη λειτουργία της ΕΕ στην οποία μετέχει από το 1979; Και αφού δεν ήξεραν, δε ρώταγαν; Κανένας υπηρεσιακός παράγοντας δε σήκωσε τη φωνή του να πει στην πολιτική ηγεσία το προφανές; Ο διπλωμάτης ΥΠΕΞ δεν είχε τα ανακλαστικά να αναρωτηθεί αν η επιθυμία του είναι συμβατή με την κοινοτική πραγματικότητα; Και κανένας συνεργάτης του πρωθυπουργού δεν είχε τη νοητική δυνατότητα να τον προστατεύσει;

Το αποτέλεσμα είναι ότι η κυβέρνηση στα πρώτα βήματά της εκπέμπει εικόνα γελοιότητας. Όχι απλώς ανικανότητας και ασυμβατότητας με τις πραγματικές εθνικές ανάγκες, αλλά απόλυτης γραφικότητας. Δεν πρόκειται απλώς για γκάφα, για ατύχημα , ούτε για δυσάρεστες συμπτώσεις. Πρόκειται για έλλειμμα σοβαρότητας με βαθιές ρίζες.

Το πολιτικό σύστημα που μετέχει στην τρέχουσα διακυβέρνηση, είναι αυτό που ξέραμε από χθες. Παρά την κρίση, παρά τον κίνδυνο οριστικού εκτροχιασμού του ελληνικού τρένου, παρά τα συμπτώματα κοινωνικής διάλυσης που πληθαίνουν, οι πρωταγωνιστές παραμένουν αμετανόητοι και αδιόρθωτοι.

Είναι αυτό που ήταν πάντα, κάνουν εκείνο που ήξεραν. Δηλαδή, αντιμετωπίζουν την εξουσία σαν ευκαιρία για εσωκομματικά ξεκαθαρίσματα, τακτοποίηση κολλητών και δημιουργία συμμαχιών. Αναλώνονται σε επικοινωνιακές ασκήσεις. Δεν παράγουν οραματική πολιτική. Και δεν έχουν διαχειριστικές ικανότητες, σε κάποιες δε περιπτώσεις, ούτε καν την κοινή λογική.

Το κείμενο που συντάχθηκε από τους τρεις πολιτικούς αρχηγούς ως βάση διαπραγμάτευσης με τους εταίρους, είναι εκτός ιστορικού χρόνου. Περιλαμβάνει παροχές και παροχές, διαβάζεται σαν γλυκιά υπόσχεση των καλύτερων ημερών που δεν θα έρθουν, παρά την προαναγγελία τους.

Οι εταίροι και πιστωτές εκνευρίστηκαν πάρα πολύ γρήγορα. Ο ενθουσιασμός που προκάλεσε η επικράτηση της ΝΔ και ο σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας με ευρεία κοινοβουλευτική στήριξη, πέρασε μέσα σε λίγα 24ωρα. Και τα αρνητικά μηνύματα πέφτουν σαν βροχή. Παράταση του χρόνου προσαρμογής δεν πρόκειται να δοθεί, αν η ελληνική πλευρά δεν προχωρήσει άμεσα σε διαθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Καμία κίνηση καλής θέλησης δεν θα γίνει, αν από το εσωτερικό δεν εκφραστεί εμπράκτως βούληση για τομές στη λειτουργία του δημόσιου τομέα, στο ταξικό φορολογικό σύστημα, στην αντιμετώπιση της συστημικής διαφθοράς.

Η εξίσωση μοιάζει άλυτη. Θα ξεκολλήσουν το κάρο από τη λάσπη αυτοί που το οδήγησαν στο βάλτο; Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ; Αρκεί η συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ για να αλλάξει η φύση του δικομματισμού τού χθες;

Η απάντηση είναι ήδη προφανής. Ελπίδα θα υπήρχε αν είχε σχηματιστεί μια κυβέρνηση αρίστων, με μοναδικό κριτήριο στην επιλογή των προσώπων, ποιος μπορεί να προσφέρει τι και από ποιο πόστο. Αντί γι’ αυτό, παρακολουθήσαμε μια θλιβερή διαδικασία νομής της εξουσίας, την επιστροφή στο προσκήνιο καραμανλικών υπουργών που θέλαμε να ξεχάσουμε, απωθητικά μαγειρέματα και ίντριγκες πίσω από την κουρτίνα.

Μέσα σε όλα αυτά -ίσως ακριβώς εξ αιτίας όλων αυτών- μοιάζει φυσικό επακόλουθο η τελευταία μας «πρωτοβουλία», να περάσουμε με κόκκινο στην ευρω-στράτα της Συνόδου Κορυφής . Κυβέρνηση, πολιτικοί αρχηγοί, υπηρεσιακοί παράγοντες, αρμόδιοι και συναρμόδιοι αξιωματούχοι, κανείς δεν διανοήθηκε ότι η εκπροσώπηση των χωρών είναι προκαθορισμένη και δεν αποφασίζεται στη βάση εσωτερικών ζυμώσεων. Σαν να μην έχουμε σχέση με την ευρωπαϊκή διαδικασία, σαν να είμαστε τουρίστες σε ξένο τόπο, σαν αναλφάβητοι. Θα ήταν πραγματικά πολύ αστείο, αν δεν ήταν τόσο σοβαρό. Και ναι, ο Αριστοφάνης ήταν πιο πολιτικός από τον Σοφοκλή.
πηγή: metarithmisi.gr