Η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ και οι δρόμοι που ανοίγονται


του Παύλου Κλαυδιανού από τα Ενθέματα της Αυγής της Κυριακής


Κατά τη γνώμη μου, το βασικότερο στοιχείο της επιτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η αίσθηση των λαϊκών στρωμάτων, των πολιτών, ότι είναι ασυμβίβαστος και επέλεγε το σημείο της ρήξης. Αυτό έδωσε στίγμα, και αυτό επιβράβευσε ο κόσμος με την ψήφο του. Ήθελε να ευνοήσει μια πολιτική δύναμη η οποία στο επίδικο, στο πιο σπουδαίο ζήτημα, εκεί όπου, όπως λένε οι πολιτικοί επιστήμονες, υπήρχε η διχοτόμος, στο Μνημόνιο, εμφανιζόταν, και ήταν, ασυμβίβαστη. Υπήρξε το καθοριστικό στοιχείο της επιτυχίας. Αυτό άνοιξε διαύλους επικοινωνίας με στρώματα που δεν είχαμε διανοηθεί ως τότε.

Λέγαμε, εδώ και καιρό, ότι αυτές οι εκλογές θα είναι ιστορικής σημασίας. Επισημαίναμε δύο στοιχεία σχετικά. Πρώτον, ότι θα αλλάξει βαθύτατα ο συσχετισμός στο πολιτικό σύστημα, καθώς βλέπαμε την ανυποληψία του δικομματισμού που κατέγραφαν οι δημοσκοπήσεις. Δεύτερον, προβλέπαμε,  πιο προσεκτικά ως προς αυτό, ότι θα αλλάξει και ο συσχετισμός μέσα στην Αριστερά — γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα υπήρχε και αυτή η πλευρά, που ήταν πολύ σημαντική: και για την ανάπτυξη του κινήματος αντίστασης και ανατροπής της λιτότητας και για το κατά πόσο μπορούσε η Αριστερά να προχωρήσει σε διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας. Στις εκλογές, αυτά που αναφέραμε ως πιθανότητες πραγματοποιήθηκαν, και μάλιστα με εντυπωσιακό τρόπο. Είναι η νέα βάση.

Έτσι, σήμερα, τα καθήκοντά μας ξεκινάνε ακριβώς από αυτό το σημείο: έχουμε μια ανατροπή, που πρέπει  να την εξετάσουμε, να την κατανοήσουμε γρήγορα και ορθά και να τη διαχειριστούμε με τον καλύτερο τρόπο. Διότι ο χρόνος εξακολουθεί να είναι πυκνός –δεν τελειώσαμε, επειδή έγιναν εκλογές– και εμπεριέχει, επίσης, πολλά ρίσκα.

Ένα εντυπωσιακό και σημαντικό στοιχείο είναι ότι ανάμεσα στις δύο εκλογές διαμορφώθηκαν καινούργια ρεύματα υποστήριξης προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για στοιχείο ποιοτικά διαφορετικό από ό,τι τα υψηλά ποσοστά του. Στο μεσοδιάστημα μέχρι τις 17 Ιουνίου, δηλαδή, παρατηρούμε, αυτονομημένα, χωρίς δική μας αξιόλογη πρόσθετη δουλειά –γιατί δεν κάναμε κάτι παραπάνω, μάλιστα τα προγραμματικά στοιχεία που παρουσιάσαμε είχαν και τα κενά τους– ότι το λαϊκό ρεύμα που έχει ήδη διαμορφωθεί στην πορεία προς τις πρώτες εκλογές όχι μόνο αντέχει, αλλά και ενισχύεται!  Το ποσοστό στις δεύτερες εκλογές, κι ας είναι πιο υψηλό, είναι πιο συνεκτικό, σε σχέση με αυτό στις 6 Μαΐου, ως προς τη λαϊκότητα, ταξικότητα και αντιμνημονιακή του θέση. Αναδύθηκε μια νέα, ουσιαστικά, συλλογικότητα που επέλεξε να εκφρασθεί, όχι τυχαία, με τον ΣΥΡΙΖΑ.Προχωράω τώρα με βάση και τα ερωτήματα που μας έχουν θέσει οι οργανωτές της συζήτησης. Το αποτέλεσμα συνιστά επιτυχία ή αποτυχία;

Η Ιστορία  μας έθεσε το ζήτημα της αριστερής κυβέρνησης, κι εμείς δεν μπορούσαμε να πούμε  «δεν είμαστε έτοιμοι, θέλουμε χρόνο ακόμα». Παρόλο που είμαι μάλλον συντηρητικός ως προς αυτό το σημείο, ωστόσο, όσο πλησιάζαμε στις εκλογές δεν είχα καμία αμφιβολία ότι πρέπει να πάρουμε την κυβέρνηση, να τολμήσουμε, να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Διότι δεν ξέρω αν είχαμε τόσο καθαρή επιλογή σε άλλες εκλογές και αν οι συνθήκες αυτές υπάρξουν ξανά: ο κόσμος μας ψήφιζε γι’ αυτό τον λόγο, για να κυβερνήσουμε, να λύσουμε τα τόσο σοβαρά και επείγοντα προβλήματά του. Γι’ αυτό και δραπέτευε από τις παλιές του ιδεολογικές και πολιτικές εντάξεις. Δεν φιλολογούσε. Τώρα είναι, εύλογα, απογοητευμένος, δεν του αρκεί το υψηλό ποσοστό μας. Οι προσδοκίες των λαϊκών στρωμάτων που μας ψήφισαν είχαν μια δραματική απτότητα: να γλιτώσω το χαράτσι, να μην πληρώσω τόσο φόρο, να πάρω επίδομα ανεργίας, να διακοπεί η διαδικασία έξωσης, να μην κατασχεθεί το σπίτι μου, να έχω φάρμακα, να έχω ψωμί. Για πρώτη φορά η δική μας Αριστερά συζητάει με ευρύτερες μάζες, λαϊκές, δημιουργεί προσδοκίες.

Πόσο θα αντέξει η κυβέρνηση που βγήκε, μας ρωτάνε οι διοργανωτές. Η απάντηση θέλει προσοχή, επειδή η τριμερής  αυτή κυβέρνηση, παρά τους τριγμούς που ήδη εμφανίστηκαν, έχει διεθνή φροντίδα. Καθώς, είναι φανερό, το χνώτο του ΣΥΡΙΖΑ το αισθάνονται πολύ κοντά τους, θα προσπαθήσουν, με κάθε τρόπο, να μη χάσει αυτή η κυβέρνηση. Σίγουρα, πρέπει να τους πάρουμε σοβαρά: είναι ισχυροί αντίπαλοι, έχουν  διεθνή υποστήριξη, πρέπει να προσέξουμε πολύ. Ως αντιπολίτευση θα πρέπει να συνεχίσουμε αφενός, όπως και την προηγούμενη περίοδο, με τον ίδιο ασυμβίβαστο τρόπο και, ταυτόχρονα, να κινηθούμε σαν να είχαμε πάρει την κυβέρνηση. Το στοιχείο της ρήξης, δηλαδή, στην πολιτική μας να διατηρηθεί, αλλά να ενισχυθεί από  προγραμματικά στοιχεία, από μια ωριμότητα και πειστικότητα για το ποιοι είμαστε και το τι μπορούμε να κάνουμε στο μέλλον. Είναι κάτι που δεν καταφέραμε να το αποδείξουμε επαρκώς στις δεύτερες εκλογές, κι αυτός είναι ένας λόγος που δεν μπορέσαμε να είμαστε πρώτοι. Πρώτον, δεν δείξαμε ότι είμαστε επαρκώς ώριμοι να κυβερνήσουμε. Δεύτερον,  χρειαζόταν μια σαφέστερη διατύπωση της αριστερής ευρωπαϊκής μας αντίληψης για να απαντήσουμε αποτελεσματικά στο κύριο σημείο της προπαγάνδας εναντίον μας. Τρίτον, υπήρξαν κενά προγραμματικά καθώς ολόκληρες κατηγορίες του πληθυσμού ή τομείς δεν αναφέρθηκαν καν στην καμπάνια μας. Μερικά από αυτά τα κενά μας στέρησαν λαϊκότητα (αγρότες-ψαράδες, αυτοαπασχολούμενοι, συνταξιούχοι), ή ποιότητα (γυναικείο ζήτημα, περιβάλλον, πολιτισμός). Δεν είχαμε, λ.χ., ένα πλήρες και ριζοσπαστικό πρόγραμμα για νέους.

Τελειώνω με τα καθήκοντά μας.  Θα σταθώ στο κόμμα. Κατά τη γνώμη μου, η ένταξη όλου αυτού του τεράστιου δυναμικού που μας προσέγγισε σε ένα ενιαίο, με  τον άλφα ή βήτα τρόπο, ενιαίο κόμμα, είναι πολύ σημαντικό, ιστορικής αξίας, καθήκον. Γιατί είναι η πρώτη φορά που μπορούμε στην Ελλάδα, μετά το ΕΑΜ ή την ΕΔΑ, να μιλάμε για ένα μεγάλο πολιτικό φορέα της Αριστεράς, ανοιχτό, δημοκρατικό, ριζοσπαστικό, σύγχρονο, ταξικό, λαϊκό, μαζικό. Ήταν κάτι το οποίο δεν μπορούσαμε, ιδίως μετά το 1989, στις συνθήκες του ισχυρού ΠΑΣΟΚ και του ισχυρού ΚΚΕ, όλα τα προηγούμενα χρόνια, ούτε να το ονειρευτούμε. Μπορούμε να το επιχειρήσουμε, πρέπει, παρά τους κινδύνους που εμπεριέχει.

Υπάρχουν εκκρεμή ζητήματα. Ένα από τα πιο βασικά είναι ότι όλες οι δυνάμεις που εργάστηκαν για τον ΣΥΡΙΖΑ, με τον άλφα ή τον βήτα τρόπο, πρέπει να κληθούν σε αυτή την προσπάθεια. Ας μη φοβόμαστε. Και ένα άλλο, επίσης πολύ βασικό ζήτημα, διότι η κοινωνική σύγκρουση είναι απανταχού παρούσα, είναι  να βοηθήσουμε στην κοινωνική οργάνωση αυτού του δυναμικού παντιοτρόπως αλλά άμεσα στα συνδικάτα — κάτι ενδεχομένως εντελώς άγνωστο γι’ αυτό τον κόσμο ο οποίος είτε δεν είχε σχέση είτε προέρχεται από τα γραφειοκρατικά συνδικάτα του δικομματισμού. Η οργάνωση αυτού του δυναμικού στα συνδικάτα, στις αυτόνομες κινήσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης, στις κινήσεις πολιτών που οργανώνουν όπως μπορούν την αλληλεγγύη και την αντίστασή τους έχει μεγάλη σημασία και αξία.

Ένα ακόμα στοιχείο, που πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά, είναι  ότι αυτό το κόμμα, που εγώ λέω ότι πρέπει γρήγορα να αρχίσει να διαμορφώνεται, πρέπει να δανειστεί πολλά στοιχεία από τη νοοτροπία και το κλίμα των πλατειών.  Αυτό, το πώς θα γίνει, δεν το έχουμε βρει ακόμα. Κάπως, το προσεγγίσαμε προεκλογικά με τις ανοιχτές λαϊκές συγκεντρώσεις-συζητήσεις-συνελεύσεις σε δεύτερες πλατείες. Ο κόσμος, που έδωσε τη μάχη για μας, χωρίς να τον ξέρουμε πολλές φορές, θέλει να επιδρά στην πολιτική μας. Το ζούμε καθημερινά, το εισπράττουμε ως αίτημα και πρέπει να ανταποκριθούμε.

Μια αναφορά για τη Χρυσή Αυγή. Μέχρι τώρα δεν την έχουμε αντιμετωπίσει με τη σοβαρότητα που πρέπει. Πολλές φορές, μάλιστα, παρεμπιπτόντως, στο πλαίσιο του αντιρατσιστικού αγώνα, αλλά όχι ως ένα βαθύ κοινωνικό φαινόμενο. Στην Ελλάδα δεν έχουμε παραδόσεις φασιστικών κινημάτων, αλλά μπορεί να διαμορφωθούν, ειδικά αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει  να ανταποκριθεί σε αυτά που ελπίζει ο κόσμος, το λαϊκό ρεύμα που τον ανέδειξε. Η δική μας Αριστερά οφείλει να αναστοχαστεί όλα όσα συνδέονται με αυτό το φαινόμενο και να ορίσει την τακτική της. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να κρατηθεί στα όριά της μόνο. Οι διαθέσιμες δυνάμεις είναι ευρύτατες και πρέπει να αναζητηθούν παντού όπου υπάρχουν.