Η Ελλάδα να αντιδράσει «εδώ και τώρα» απέναντι σε Τουρκία - Αλβανία


του Νικήτα Κακλαμάνη, βουλευτή Α’ Αθηνών της Ν.Δ


Στις 28 Νοεμβρίου, ο νυν πρωθυπουργός της Αλβανίας, Σαλί Μπερίσα, ο άνθρωπος που οι κάτοικοι της γειτονικής χώρας είχαν διώξει κακήν κακώς από... το ανώτατο αξίωμα το 1996, επειδή θεωρήθηκε ο βασικός υπαίτιος για το οικονομικό σκάνδαλο με τις περίφημες «πυραμίδες», «άνοιξε» και πάλι το κεφάλαιο της «Μεγάλης Αλβανίας».

Ευθέως και με τον πλέον προκλητικό τρόπο την 28η Νοεμβρίου τη μέρα, που οι Αλβανοί γιόρτασαν την 100η επέτειο για την ανεξαρτησία της χώρας τους από την οθωμανική αυτοκρατορία, ο Μπερίσα αναφέρθηκε: «στην ανεξαρτησία όλων των αλβανικών εδαφών από τη Πρέβεζα ως το Πρέσεβο και από τα Σκόπια ως τη Πονγκόριτσα».

Η άμεση αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης ήταν να ματαιώσει το προγραμματισθέν ταξίδι στα Τίρανα, ο υπουργός Εξωτερικών, Δημήτρης Αβραμόπουλος.

Η πρόκληση-Μπερίσα δεν έγινε τυχαία τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, που η Ελλάδα περνάει τις πιο δύσκολες στιγμές στη σύγχρονη ιστορία της.

Στη γειτονική χώρα, υπάρχει ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού, που εξακολουθεί να πιστεύει στη «Μεγάλη Αλβανία». Και ο Μπερίσα σπεύδει να το ικανοποιήσει προσδοκώντας σε εκλογικά οφέλη, αφού στις 23 Ιουνίου 2013 έχουν προγραμματιστεί οι βουλευτικές εκλογές.

Προεκλογική ήταν επίσης, η συγκέντρωση 4.000 Αλβανών μεταναστών στην Αθήνα τη περασμένη εβδομάδα, όπου μίλησε ο πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Αλβανικού Κόμματος, Έντι Ράμα.

Το ζήτημα όμως είναι, όχι τι κάνει ο Μπερίσα ή ο Ράμα αλλά τι πρέπει να κάνουμε στην Ελλάδα, ώστε οι αλβανικές φαντασιώσεις «τύπου Πρέβεζας» να μείνουν… φαντασιώσεις.

Μπορεί η προσωρινή απάντηση του Έλληνα Υπ.Εξ. να ήταν η πρέπουσα απέναντι στη «ρουκέτα»-Μπερίσα αλλά θα πρέπει να οργανωθεί καλύτερα, να αποκτήσει μόνιμη μορφή και να γίνει πιο αποτελεσματική.

Τη στιγμή, που η Ελλάδα είναι βυθισμένη στην οικονομική κρίση, τόσο από την Αλβανία, όσο και από τη Τουρκία (βλέπε Θράκη), επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τις όποιες γεωστρατηγικές εξελίξεις διαμορφώνονται και να αυξήσουν τις απαιτήσεις τους απέναντι στη πατρίδα μας.

Αυτή είναι η πικρή αλήθεια και οφείλουμε να προλάβουμε τα χειρότερα, πριν να είναι αργά.

Απαιτείται, λοιπόν, να υπενθυμίσουμε στους γείτονες (;), ότι ακόμη και σήμερα, η Ελλάδα έχει τη δύναμη να αντιδράσει. Σε όλα τα επίπεδα. Τόσο σε διμερή, όσο και σε διεθνή.

Η χώρα μας είναι μέλος του στενού πυρήνα της Ευρωπαικής Ένωσης, μέλος του ΝΑΤΟ, μέλος κάθε διεθνούς οργανισμού. Η Αλβανία και η Τουρκία αντίθετα δεν είναι. Και για να γίνουν -αν το επιθυμούν πραγματικά- οφείλουν πρώτα να μάθουν να σέβονται τα παγκοσμίως ισχύοντα, που βασίζονται στις ειρηνευτικές διαδικασίες και όχι στις εθνικιστικές, που προκαλούν βίαιες εκρήξεις.

Το 1997 είχα προχωρήσει μεταξύ άλλων σε δύο ενέργειες, που έδωσαν την αφορμή τότε σε πολλούς να με «βαφτίσουν» ως «Λεπέν της Ελλάδας».

Στο συνέδριο της ΠΟΛΑΝ, είχα αρνηθεί να μετονομάσω τη Β. Ήπειρο, σε Νότιο Αλβανία και αρνήθηκα επίσης, το δόγμα ότι: «Η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτε». Αναφερόμενος δε στην ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση ζήτησα να ληφθούν μέτρα, όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες της Ε.Ε., υποστηρίζοντας ότι μέσα σε καθεστώς αυξανόμενης ανεργίας, προτεραιότητα στις δουλειές θα πρέπει να έχουν οι Έλληνες άνεργοι.

Ως ευρωβουλευτής είχα προειδοποιήσει ανοιχτά για το μεταναστευτικό κύμα, που ερχόταν από την Αλβανία και ζητούσα να πληροφορηθώ, αν η Κομισιόν έχει πληροφορίες για συμμετοχή αξιωματούχων του καθεστώτος Μπερίσα στο σκάνδαλο με τις «πυραμίδες» καθώς και ποια είναι τα μέτρα που θα ληφθούν για το πρόβλημα των οικονομικών προσφύγων.

Δυστυχώς, δεκαπέντε χρόνια μετά, επιβεβαιώνομαι στο ακέραιο. Ο ένας στους τέσσερις Έλληνες είναι άνεργος και η λαθρομετανάστευση έχει εξελιχθεί σε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της πατρίδας μας.

Αν τότε, λοιπόν, οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν είχαν στηρίξει την Ελλάδα οφείλουν να το κάνουν τώρα απέναντι στις επιθετικές πολιτικές που αναπτύσσονται από Τίρανα και Άγκυρα. Θα πρέπει βέβαια να το επιδιώξει και η ελληνική κυβέρνηση με συγκεκριμένες ενέργειες και πρωτοβουλίες, ώστε οι όποιες αλβανικές ή τουρκικές απαιτήσεις να μείνουν στα χαρτιά ή ακόμη και να εξαφανιστούν από το νέο γεωστρατηγικό χάρτη, ο οποίος βρίσκεται υπό σχεδιασμό.

Γιατί μπορεί η ακύρωση ενός ταξιδιού να δείχνει τον θυμό ή την οργή για δηλώσεις, που θέτουν θέματα εδαφικής ακεραιότητας αλλά αποτελούν ενέργειες βραχυπρόθεσμης χρονικής διάρκειας και όχι μακροπρόθεσμης, όπως απαιτείται στην εξωτερική πολιτική. Νομίζω, ότι σε αυτή τη κατεύθυνση πρέπει να κινηθούμε άμεσα, προτού συμβεί κάποιο «εθνικό απρόοπτο», είτε προς τη Πρέβεζα, είτε προς τη Θράκη.


Πρωτοδημοσιεύτηκε στο aftonomi.gr