Η Τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο
Όσο μεγαλώνω, όλο και περισσότεροι άνθρωποι διαγκωνίζονται μέσα μου για το τι πρέπει να γράψω και τι όχι. Τους μαζεύω λοιπόν στην είσοδο της πολυκατοικίας και τους αφήνω να μαλώσουν. Στροβιλίζονται ανήσυχοι γύρω μου, απολαμβάνουν τη σύγχυσή μου, διακόπτουν ο ένας τον άλλο, χτυπάνε κουδούνια για να μαζευτούν κι οι υπόλοιποι.
Αδύνατο να τους απασχολήσω παραπάνω από ένα λεπτό. Έχουν τη δική τους ατζέντα. Στο τέλος αποφασίζουμε δημοκρατικά και αναλαμβάνει ένας από όλους να ξεκαθαρίσει τη θέση μου. Γιατί οφείλω να έχω μία γνώμη, μία θέση, μία άποψη, μία και μόνο μία. Και όχι μόνο οφείλω να έχω μία άποψη, αλλά επιβάλλεται να είναι στιβαρή και αμετακίνητη. Είναι ζήτημα κύρους. Όλοι αυτοί οι μικροί κύριοι που διαπραγματεύονται τη φωνή μου, μ’αφήνουν ακάλυπτο και με μπερδεύουν. Αλλά και να μπορούσα, δεν θα τους έσπαγα στο ξύλο. Αν δεν τους σεβόμουν κι δεν τους άκουγα προσεκτικά θα κινδύνευα να χαρακτηριστώ «άντρας». Για ρεφορμιστές είναι ελαφρώς καλύτερα τα πράγματα.
Διαβάζοντας, εκτός από μερικές ωραίες φράσεις, συγκρατώ μόνο το αίμα και μου μένει η εξάντληση. Δε γίνομαι Ρεπουσικός σε καμία περίπτωση. Είναι εγκληματικό και ολέθριο να προπαγανδίζουμε ωραιοποιημένα, λογοτεχνίζοντα, ψεύδη δίνοντας πάτημα στην Ακροδεξιά. Απλώς όταν μαλώνω με ανθρώπους που κατέχουν την απόλυτη αλήθεια, υποφέρω. Δε θέλω να υπερασπιστώ τον εαυτό μου όταν με υποδέχονται ενοχλημένοι στο τρελοκομείο τους. Τίποτα δεν τους διαφεύγει εφόσον ο ιδεοληπτικός ζουρλομανδύας παραμένει σφιχτά δεμένος στη θέση του. Λίγο να παρεκκλίνεις από το δόγμα συμπληρώνουν το όνομά σου στη λίστα των υπόπτων. Τότε είναι που αρχίζω και συμπεριφέρομαι σαν ένοχος, αλλάζω θέμα για να μην καρφωθώ, μιλάω για τον καιρό, κουνάω το κεφάλι επιδοκιμαστικά, παραδέχομαι ότι δεν έχω μελετήσει το θέμα σε βάθος, αναγνωρίζω στο συνομιλητή μου την αρετή του, τον ευχαριστώ που διέθεσε το χρόνο του για να μου κάνει κήρυγμα, του ζητώ συγγνώμη που δεν συμφώνησα μαζί του από την αρχή, τον παρακαλώ να ξανασυναντηθούμε για να μου τα ξαναπεί, τον αποχαιρετώ και γυρνάω σπίτι μόνο και μόνο για να συνειδητοποιήσω ότι παρά την άριστη διαγωγή μου, παραμένω άνεργος. Τι πράμα κι αυτό να τα γνωρίζουν όλα και μόνο αυτοί να τους αρέσουνε πολύ; Πόσες ελπίδες να τους δίνουν οι γιατροί; Είναι τυχαίο που πριν ένα χρόνο κάναμε best seller «Την Τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο»; Αυτό μας ενδιέφερε ανέκαθεν. Σύμπτωση που εντυπωσιαζόμαστε αντί να γελάμε με όσους είναι έτοιμοι να μας ανακοινώσουν ΟΛΗ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ στα βιβλία τους; Μία πίστη ψάχναμε πάντοτε να ξεφορτώσουμε τις ελπίδες μας. Εκεί που αγοράζουν χρυσαφικά, να αγοράζουνε άραγε και δίκια; Για μια καλή τιμή θα το αποχωριζόμουν.
Ορισμένοι άνδρες του Κοινοβουλίου έχουν σειρά, παίρνουν μικρόφωνο, σφίγγουν τη γραβάτα τους, βάζουν και έναν τηλεοπτικό δημοσιογράφο πλάι τους που τους εύχεται καλή όρεξη και ξεκινούν. Δε μιλάω. Παρακολουθώ γεμάτος αγωνία την προσπάθειά τους να με χωνέψουν. Αν κολλάω στο λάρυγγα, τραβούν καζανάκι ως συνήθως. Η λεηλασία του άλλου είναι ακόμα το χόμπι τους αλλά εγώ ξαναμαζεύω χαρτάκια του Euro. Τι ασίγαστη διάθεση να χειραγωγούν και να πουλούν άποψη από τα μαγαζάκια τους! Όλα κι όλα. Βρέξει χιονίσει, έχουν πάντοτε μία κακή κουβέντα να πουν για τον άλλο. Δε τον συγχωρούν από την πρώτη στιγμή, πόσο μάλλον όταν νιώθουν ότι μειονεκτούν. Εδώ ο Κασιδιάρης γυμνάζεται και οι συνομιλητές του χτενίζονται όπως παλιά. Αφύσικο πλέον δεν είναι να δέρνεις στα τηλεοπτικά πλατό. Αφύσικο είναι να πολιτεύεσαι όπως παλιά. Πώς να μην πάρει τα πάνω της η μαγκιόρα Ακροδεξιά όταν την αντικρούει η Μιλένα Αποστολάκη; Κάτι τέτοιοι κι αν έχουν ξεχάσει να πεθάνουν. «Είναι τραγικό να μας διεκδικεί το ένα κόμμα, όταν δε θέλουμε να ξέρουμε για το άλλο, και να πρέπει να ανήκουμε σε τούτο, επειδή περιφρονούμε εκείνο» (Κράους). Όλοι ίδιοι ήταν και στο παρελθόν ώσπου ήρθε ο ναζισμός και μπήκαμε σε μία σειρά.
Στα Social Media, τα πολιτιστικά ερείπια όπου χαριεντιζόμαστε ημιλιπόθυμοι, μόνο ο Χατζιδάκις μπορεί να λέει ότι ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι. Και δεν ξέρω αν μπορεί επειδή ήταν ο Χατζιδάκις ή επειδή είναι νεκρός. Η λέξη ενδεχομένως είναι σχεδόν ανεπίτρεπτη αλλά εμένα με ξετρελαίνει. Κάπου είδα γραμμένο το παρακάτω σύνθημα από έναν αναρχικό: «Θάνατος στους ουδέτερους» αλλά δε χαμπαριάζω. Ενδεχομένως! Πιθανότατα! Διατηρώ τις επιφυλάξεις μου! Θεέ μου, τι ηδονή! Με το Σύριζα τα λεφτά θα βρίσκονταν- ενδεχομένως. Με το Σαμαρά θα ερχόταν η ανάπτυξη- ενδεχομένως. Με το ΠΑ.ΣΟ.Κ θα είχαμε πρωτογενές πλεόνασμα-ενδεχομένως. Με το Κ.Κ.Ε θα ήμασταν στον επίγειο παράδεισο- ενδεχομένως. Το ενδεχομένως είναι η ελευθερία μου. Το μόνο που αξίζει είναι αυτό το ενδεχομένως. Το μόνο που θέλω να ξέρετε για μένα είναι αυτό το ενδεχομένως. Ενδεχομένως Μιχάλης Αποστολίδης. Μιχάλης ενδεχομένως Αποστολίδης. Μιχάλης Αποστολίδης ενδεχομένως. Όπου και να το βάλετε, ακούγεται μία χαρά.
Τα χασμουρητά κόβονται απότομα από το χαστούκι. Τι ευτυχής συγκυρία για να ξυπνήσουμε. Να δείξουμε αλληλεγγύη. Να μην τους ξαναψηφίσουμε. Με τη Χρυσή Αυγή, όπως ενδεχομένως να εποπτευθήκατε, δεν υπάρχει ενδεχομένως. Δεν θα καταδικάσουμε σήμερα τη βία από όπου κι αν προέρχεται. Κάτι μου λέει εξάλλου ότι θα ξεχάσουμε πάλι τον καπιταλισμό- όποιος δε θέλει να μιλήσει για τον καπιταλισμό, θα ήταν καλύτερα να σωπαίνει και για το φασισμό έγραφε κάποτε ο Max Horkheimer. Αυτό που είπε ευθαρσώς ο θεωρητικός της Ακροδεξιάς Κώστας Πλεύρης, δυσκολευόταν να το ξεκαθαρίσει στο μυαλό του ο πολιτικός και δημοσιογραφικός κόσμος της χώρας κάμποσες μέρες. Τα συμφέροντα κι αν είναι ανεγκέφαλα. Ασφαλώς, η Αριστερά κάποια στιγμή πρέπει να αποφασίσει ανάμεσα στο «η Φαντασία στην εξουσία» και στο «Φασίστες, κουφάλες, έρχονται κρεμάλες». Τα δυο τους είναι παντελώς ασυμβίβαστα αλλά δεν είναι τώρα η ώρα να ανοίξουμε κι αυτή τη συζήτηση όταν, κάθε βράδυ σχεδόν, στο κέντρο της Αθήνας έχουμε πογκρόμ. Το μεταναστευτικό ξέφυγε αλλά το παιδί που σκότωσε τον Αλβανό διαρρήκτη μας λέει να κλειδώσουμε τα όπλα σπίτι. Τι να εννοεί;
Απεναντίας οι Χρυσαυγίτες με τις αγριοφωνάρες τους γίνονται πιο κατανοητοί. Πώς να μη γοητευτεί η γκόμενα του Facebook αφού ακόμα κι αυτή, παρόλο που ποτέ δεν ασχολήθηκε, μπούχτισε από την ξύλινη γλώσσα, το δήθεν, την προπαγάνδα, τα διλήμματα και την τρομοκρατία; Ψηφίζει Χρυσή Αυγή για την αλλαγή, είναι γενικώς φιλήσυχη, αλλάζει φωτογραφία προφίλ κάθε μέρα, της αρέσουν τα κωλόπαιδα επειδή μόνο εκείνα αγαπούν αληθινά όπως λέει και το γκρουπάκι και έχει γραμμένη στα παλιά της τα γοβάκια την Άρεντ και την Κοινοτοπία του Κακού που είναι έτοιμη να υποστηρίξει. Βαρέθηκε. Αυτή είναι η λέξη κλειδί. Βαρέθηκε-πώς να περιμένουμε να καταλάβει ότι η ζωή της είναι αυτό που βαρέθηκε; Από πέρυσι έχει να πάει για ψώνια κι αυτά στις εκπτώσεις! Τώρα είναι απασχολημένη να μισεί. Θέλει κάτι αληθινό και ο φασισμός διαθέτει ωμότητα και αλήθεια. Παρουσιάζεται μπροστά της γυμνός όπως τον γέννησε η μάνα του και γίνεται ο κόσμος που δεν την ντροπιάζει. Το ιδεολογικό κενό του καταναλωτισμού δεν μπορεί να καλυφθεί παρά μόνο με μίσος όταν μάλιστα η ανεργία αυξάνει με γοργούς ρυθμούς. Αυτά συμβαίνουν όταν δεν εξηγείς από την πρώτη στιγμή στο λαό σου πού έχουμε μπλέξει, πόσο διαρκεί το μνημόνιο, ποιες θα είναι οι συνολικά οι θυσίες, ποιοι οι κίνδυνοι, ποιες οι προοπτικές. Αυτά συμβαίνουν όταν η Δημοκρατία θυσιάζεται στο βωμό της «σωτηρίας», όταν δεν βρίσκεται ούτε ένας σφυγμός της Δικαιοσύνης. Αφού οι περισσότεροι πολιτικοί δεν είναι έτοιμοι να απαρνηθούν την πελατεία τους, δεν είναι παράξενο που ό,τι πιο «φρέσκο» κυκλοφορεί στην πολιτική ζωή της χώρας είναι οι φίλοι του Κασιδιάρη.
Η έννοια συνείδηση λείπει προς το παρόν από το σταυρόλεξο. Απαιτεί πολλά από τον ερασιτέχνη λύτη. Είναι η λέξη που εμφανίζεται συνήθως τελευταία, αφού έχεις εξαντλήσει όλα τα λάθη που μπορείς να κάνεις. Δεν μπορείς μάλιστα να αναφέρεσαι σε αυτή γιατί είναι σα να κλέβεις, σα να μαρτυράς το happy end που κανείς δε θέλει να δει έτσι απάνθρωπα που κυλάει το έργο. Ο λαός δεν είναι αρκετά πλούσιος ώστε να μπορεί να διατηρεί εκτός από το νοικοκυριό του και μία συνείδηση. Κάποιος Άγγλος το είχε πει αυτό. Ο Χένρι Μίλλερ πάντως ήταν αυτός που έγραφε στην Εποχή των δολοφόνων: «Ποιος είναι ο καλλιτέχνης του λόγου που συγκλόνισε τον κόσμο στο βαθμό που το πέτυχε ο Χίτλερ; Ποιο ποίημα τον αναστάτωσε όπως η ατομική βόμβα; Με ποια όπλα ο ποιητής μπορεί να υπερισχύσει; Ή με ποια όνειρα; Πού κρύβεται η περίφημη φαντασία του; Η πραγματικότητα μας τυφλώνει ολόγυμνη αλλά πού είναι το τραγούδι που της αξίζει;». Πώς να αγνοήσεις το ερώτημα; Ο διαβασμένος Φύρερ έγραψε 900 σελίδες και αιματοκύλισε την ανθρωπότητα για το δίκαιο αγώνα του. Ο Αντόρνο, με το που αφουγκράστηκε τη θηριωδία, μάζεψε βιαστικά τις κόλλες από τους ποιητές. Τι κάνετε μωρέ; Σταματήστε την ποίηση. Όχι άλλη ποίηση. Δεν είναι δυνατόν να γράφετε ποιήματα μετά το Άουσβιτς, τους είπε και ο αφορισμός του ενισχύει το αρχικό ερώτημα. Πώς να αφοσιωθούμε στον πολιτισμό όταν προελαύνει ο φασισμός; Ποιοι λογοτέχνες, ποιοι ποιητές, ποιοι συνθέτες θα αναλάβουν τον άχαρο ρόλο να αφυπνίσουν το λαό τους που αργοπεθαίνει; Με ποια μέσα, με ποιο ύφος, με ποια μορφή, με ποια ένταση, με ποιο κόστος; Μπορούν να σώσουν κάτι άλλο εκτός από τον εαυτό τους; Πώς να γρατζουνίσεις συνειδήσεις χωρίς να το πάρουν χαμπάρι; Μία βόλτα στο Διαδίκτυο θα τους έπειθε πάντως πως οι λέξεις δεν αρκεί πια να γράφονται, πρέπει και να χαστουκίζουν. Η σιωπή δεν είναι επιθυμητή.
Ωστόσο, και να μη φανούν οι πνευματικοί άνθρωποι στην πολιτική ή την τηλεόραση, ζουν ανάμεσά μας. Οι πιο περήφανοι, που είναι συνήθως και οι πιο σπουδαίοι, περιμένουν εμάς να πάμε κοντά τους. Αριστουργήματα πάντα θα γράφονται. Θα έλεγε κανείς ότι ήδη περισσεύουν. Αναγνώστες περιμένουν περίεργους και πεισματάρηδες. Μπορεί να φανεί ελιτίστικο, αλλά τη σοβαρότητα της κατάστασης αντιλαμβάνονται περισσότερο όσοι έχουν το νου τους στα βιβλία κι όχι στα ταμειακά διαθέσιμα. Όσοι θεωρούν πως μία πιθανότητα υπάρχει ακόμα: Η παιδεία και είναι μηδαμινή. Οι άλλες πιθανότητες είναι βίαιες και ασφαλώς πιο κοντινές στην ιδιοσυγκρασία μας. Το έγκλημα μας έβρισκε παραδοσιακά σύμφωνους. Είναι άραγε σκόπιμα αφελείς οι άνθρωποι των γραμμάτων που συνεχίζουν τη δουλειά τους σα να μη συμβαίνει τίποτα ή είναι κι αυτοί προσκυνημένοι; Μπορούμε να γενικεύσουμε, να τους βάλουμε σε ένα τσουβάλι και να τελειώνουμε μαζί τους; Η λογοτεχνία που λέει ότι η κτηνωδία ξεκινάει από την ανικανοποίητη δίψα για αγάπη και δικαιολογεί τους φασίστες, πρέπει να απαγορευτεί άραγε για χάρη της πόλωσης; Ή πρέπει να μπει στο συρτάρι μέχρι να αρχίσουν να μας δανείζουν οι αγορές και αποσυρθεί ο Μιχαλολιάκος στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας; Η στιγμή πάντως που θα κληθούμε να διαλέξουμε πατρίδα πλησιάζει και η βαρβαρότητα φαντάζει ιδανικός προορισμός για χαμένους, η κρίση μοναδική ευκαιρία για προσκύνημα στα άγια χώματά της. Τι ελληνικό έχει το μίσος εναντίον όλων μένει να φανεί. Θα το διαψεύσουμε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;
Ο Κάφκα γράφει κάπου: «Μερικές φορές μέσα στην αλαζονεία του ανησυχεί περισσότερο για τον κόσμο παρά για τον εαυτό του». Το παθαίνει συχνά αυτό όποιος γράφει. Καλύτερα όμως να πορευτούμε με αλαζονεία παρά με αυταρέσκεια. Χωρίς αλαζονεία τι μπαίνεις να κάνεις στη μάχη; Ο Μπράντμπερι έφυγε. Κάθε μέρα οι πυροσβέστες του Fahrenheit 451 ανάβουν και σβήνουν φωτιές. Τα βιβλία δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, αυτό το ξέραμε- καλύτερα να πούμε το άλλο με τον Κοσμά τον Αιτωλό. Μπορούν πιο εύκολα να τον κάψουν και να τον εκδικηθούν που ακόμα τα σέβεται και δεν τα ανοίγει, να τον αποτελειώσουν επειδή εκείνος που τα ξεφυλλίζει έχει προαποφασίσει τι θα πιστέψει όπως ο Χίτλερ. Όπου κλείνει ένα σχολείο, παραφράζοντας το απόφθεγμα του Ουγκώ, θα λέγαμε πως ανοίγει μία Χρυσή Αυγή. Ο φασισμός που συμβαίνει τώρα επιβάλλει ωστόσο βιβλιοψεκασμούς. Όποιος νομίζει ότι είναι αργά, είναι απλώς ρεαλιστής. Δεν προσφέρει υπηρεσία στην πατρίδα. Κάτι πάγκοι έχουν στηθεί στην παραλία. Μη διστάσετε.
του Μιχάλη Αποστολίδη, www.parallaximag.gr