Βίντεο: Πρωτοχρονιά στα Σκόπια


της Αντιγόνης Ευστρατόγλου

Αμοντάριστες εντυπώσεις από ένα γιορτινό ταξίδι στη χώρα χωρίς όνομα.

Το όνομα «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» ποτέ δεν το χώνεψα. Μου φαινόταν πολύ μεγάλο. Και είναι αλήθεια ότι το ιστορικό της διαμάχης γύρω από το όνομα της γείτονος δεν το παρακολούθησα ποτέ στενά.

Από τη μία αντιλαμβανόμουν ότι η επιβολή του ενός ή του άλλου ονόματος θα μπορούσε να παράγει συγκεκριμένα αποτελέσματα σε πολιτικό επίπεδο, από την άλλη ήξερα πολύ καλά ότι οι αγώνες που επιλέγουν να δώσουν οι επίσημες πολιτικές ηγεσίες απηχούν σπάνια αυτό για το οποίο κυρίως αγωνιούν οι πολίτες τους.

Ήξερα, δηλαδή, ότι όπως εμένα προσωπικά δε με ενοχλεί να λέγεται ο βόρειος γείτονάς μου Μακεδόνας, πολλοί κάτοικοι των Σκοπίων, φοιτητές στο Τέτοβο, ομογενείς από τη Μπίτολα, επίσης δεν περιμένουν καμία επίσημη επικύρωση του αυτοπροσδιορισμού τους.  Και το αντίθετο, βέβαια.

Φέτος πέρασα τις γιορτές εξερευνώντας τις άγνωστες πόλεις μιας χώρας χωρίς όνομα, διαπιστώνοντας για άλλη μία φορά ότι αν αφήσει κανείς στην άκρη τις ιδέες της εθνικής ή όποιας άλλης καθαρότητας μπορεί να εντυπωσιαστεί από το πόσα πράγματα στ’ αλήθεια μοιραζόμαστε με τους άλλους.

Είδα στα Σκόπια ένα κέντρο που παλεύει να αποκτήσει ταυτότητα. Είδα το μεγάλο εργοτάξιο για το οποίο γράφουν οι εφημερίδες, είδα τον «έφιππο πολεμιστή» καβάλα στον Βουκεφάλα και ναι, μου φάνηκε αστείος μπροστά στα αρχαία μας μνημεία. Είδα γιγαντιαίες διαφημίσεις, τα ίδια με εδώ εμπορικά, τα ίδια κινέζικα, χλιδή δίπλα σε υπαίθριες αγορές, ανθρώπους να παζαρεύουν για ένα φρούτο. Εργατικές πολυκατοικίες με εξωτερικές σκάλες- από αυτές που είχαμε κάποτε πολλές και εδώ. Είδα γιγαντιαίες διαφημίσεις κι από κάτω ανθρώπους να ψάχνουν στα σκουπίδια.

Όχι, ο έφιππος πολεμιστής που τοποθετήθηκε άρον άρον στο κέντρο των Σκοπίων δεν είναι η Ακρόπολη. Οι αντιθέσεις της ζωής στην πόλη, όμως, είναι ίδιες στα Σκόπια όπως οπουδήποτε αλλού.

Οι άνθρωποι χορεύουν τσιφτετέλια και ρούμπες. Χορεύουν επίσης κάτι που μοιάζει με αργό χασαποσέρβικο όταν δεν ξέρουν πώς χορεύεται ένας ρυθμός- όπως ακριβώς κι εμείς. Είναι φιλόξενοι και δε σ’ αφήσουν να κεράσεις αν είσαι καλεσμένος. Το είδα και αυτό, χθες βράδυ, στη Μπίτολα.



Κάναμε ρεβεγιόν Πρωτοχρονιάς λίγο νωρίτερα ακούγοντας χάλκινα και χορεύοντας πάνω στα τραπέζια- όπως θα κάναμε κι εδώ. Δεν ήταν στο πρόγραμμα- γυρνάγαμε χωρίς να ξέρουμε που να πάμε. Μας είδαν να τραβάμε με την κάμερα από το δρόμο και μας φώναξαν- δε μας άφησαν να πληρώσουμε όλη νύχτα δραχμή..

Γνωρίσαμε τη Σάντρα που είναι ζωγράφος και σπουδάζει στα Σκόπια στη δική τους αντίστοιχη Καλών Τεχνών. Είναι η κοπέλα με τα μπλε που φαίνεται στο τέλος του βίντεο. Είναι Ελληνίδα από τη μεριά του πατέρα της και τη γιαγιά της τη λένε Αντιγόνη, όπως εμένα. Προσπάθησε να μας πείσει να μείνουμε, να μη γυρίσουμε αυθημερόν Θεσσαλονίκη, γιατί είχαμε πιει. Είπε ότι όταν ξανάρθουμε πρέπει οπωσδήποτε να πάμε στο σπίτι της γιαγιάς της- ότι θα χαιρόταν να μας γνωρίσει.

Όταν αστειευτήκαμε με το θέμα του ονόματος ήταν λίγο πριν τα μεσάνυχτα. Ο Μίτκο, που είχε πιει, γύρισε και είπε σε μία γλώσσα κάπου ανάμεσα στη δική τους και την αγγλική, αυτό περίπου: «Βαλκάνιοι είμαστε, κι εμείς κι εσείς. Διαφορετικοί καρποί, ένα δέντρο».

Λίγο πριν τις εννιά άρχισαν όλοι μαζί να τραγουδάνε ένα τραγούδι στη γλώσσα τους. Φαίνονταν συγκινημένοι, ρώτησα τι λένε οι στίχοι. Μου είπαν ότι είναι ένα παλιό, πασίγνωστο τραγούδι που λέει ότι το πάρτυ τελείωσε και πρέπει να γυρίσουν σπίτια τους. Μέσα σε πέντε λεπτά το μαγαζί άδειασε.

Η Πρωτοχρονιά μας βρήκε λίγο έξω από τη Θεσσαλονίκη. Κάτω από την ταμπέλα που σημαίνει προς τα πού πάει κανείς για το αεροδρόμιο Μακεδονία.

Το ρεβεγιόν αυτό θα το θυμάμαι. Και ελπίζω να ισχύει αυτό που λένε πως ό, τι κάνεις τη στιγμή που μπαίνει ο χρόνος, αυτό θα κάνεις όλη τη χρονιά.

Στα ταξίδια, αδέλφιαααα!!!!!