Cosmopolis

ΚΡΟΝΕΜΠΕΡΓΚ, ΠΑΤΙΝΣΟΝ
Ο Κρόνεμπεργκ απογοητεύει τους οπαδούς του. Και σίγουρα όσους θέλουν να δουν μία ευχάριστη ταινία. Γοητεύει, όμως, όσους θέλουν να σκεφτούν κινούμενος μέσα στα προβλήματα της εποχής και τις ρίζες τους. Ο σκηνοθέτης αυτή τη φορά φιλοσοφεί από την αρχή ως το τέλος.


Μία κακή ταινία. Ευτυχώς, όμως, το διαπιστώνεις γρήγορα και έγκαιρα αρχίζεις να δίνεις βάρος στο τι θέλει να πει ο ποιητής. Οι διάλογοι αρχίζουν να εντυπώνονται καλύτερα και καταλαβαίνεις ότι δεν πρόκειται τόσο για ταινία όσο για μία αντιμετώπιση της κοινωνικής κρίσης μέσα από υπαρξιακά διλήμματα. Αξιοσημείωτη δε είναi η φωτογραφία στο έργο.

Η ταινία αποτελείται από διάφορες σκηνές στις οποίες σχεδόν πάντα εμφανίζονται δύο άτομα να συνομιλούν, ένας εκ των οποίων σταθερά είναι ο πρωταγωνιστής της ταινίας Ρ. Πάτινσον. Ο τελευταίος, αισθητά βελτιωμένος - κυρίως λόγω Κρόνεμπεργκ και διαλόγων -, προσπαθεί να ξεφύγει από τη μετριότητα του ταλέντου του, αλλά η διαφορά φαίνεται όταν βρίσκεται στην ίδια σκηνή με πραγματικά ταλαντούχους ηθοποιούς όπως η Ζ. Μπινός, ο Μ. Αμαλρίκ και βεβαίως, ο καταλύτης του έργου, Π. Τζιαμάτι.

Είναι μία από τις χειρότερες ταινίες του Ν. Κρόνεμπεργκ και τολμώ να το πω αυτό τι κι αν δεν έχω δει όλες του τις ταινίες. Μάλιστα, είναι η δεύτερη μέτρια προσπάθειά του μετά το πολυαναμενόμενο περσινό του έργο (Μία επικίνδυνη μέθοδος). Ωστόσο, ο σκηνοθέτης θέλει να κάνει τον θεατή να σκεφτεί. Και μην ξεχνάμε ότι η ταινία βασίζεται σε βιβλίο του Δον Ντελίλο. Γενικότερα,  νομίζω πως η ταινία "φωνάζει" από μακρυά πως είναι βιβλίο.

Οι οικονομικές ανισότητες είναι μία θάλασσα που σκεπάζει τα πάντα. Ένα πλημμυρισμένο ποτάμι που θυμίζει τον Βέχεμοθ, το τέρας του Χομπς. Οι πάνω της τραμπάλας κλείνονται σε έναν δικό τους κόσμο, όπως ο Πάτινσον στη λιμουζίνα του. Μία λιμουζίνα στην οποία κανένας θόρυβος της πόλης δεν περνάει. Πλήρης κοινωνική ηχομόνωση, πλήρης κοινωνική απομόνωση για τους λίγους ζάμπλουτους που εξουσιάζουν. Εξάλλου, ο πρωταγωνιστής το λέει κυνικά: "Καλά, ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να σκοτώσουν τους Προέδρους;", ενώ λίγο πιο πριν μιλούσε για τον Πρόεδρο των ΗΠΑ σα να είναι ένας απλός πρόεδρος τινος οργανισμού. Όλοι ξέρουμε ότι τις αποφάσεις δεν τις λαμβάνουν οι πολιτικοί πλέον.

Οι κάτω της τραμπάλας δεν ξεφεύγουν κι αυτοί από την κριτική. Εθίζονται στη μόδα, γίνονται "αντι-" επειδή είναι της μόδας, η κοινωνική διαμαρτυρία έχει χάσει την οξύτητά της και γενικά επιδεικνύουν διαρκώς το πόσο θα ήθελαν να είναι αυτοί στο πάνω μέρος της τραμπάλας.

Όλα κινούνται γύρω από το νόμισμα. Η ταινία στηρίζεται σε ένα μότο που θέλει τους αρουραίους ως μονάδα μέτρησης χρήματος. Κι αυτό είναι το χρήμα. Οι αρουραίοι είναι οι κερδοσκόποι. Άνθρωποι που τα βάζουν κάθε μέρα με ολόκληρες κρατικές οικονομίες λες και είναι το γράμμα που τους λέιπει από το σταυρόλεξό τους. Τώρα, το αν το χρήμα ή οι κερδοσκόποι είναι τα τρωκτικά είναι λίγο δυσδιάκριτο.

Θα κλείσω με δύο σημεία από το έργο:

"Παλιά ο χρόνος ήταν χρήμα. Έτσι χτίστηκε ο καπιταλισμός. Τώρα όσο πιο πολύ χρήμα έχεις, τόσο πιο πολύ χρόνο έχεις να ξοδέψεις".

"Μου άρεσε το μπάσκετ μικρός. Μου αρέσει η ένταση. Και τώρα κάνω βάρη...."

Και με ένα τραγούδι από την ταινία: