Η αυταρχική δημοκρατία




του Χρίστου Χαραλαμπόπουλου (εφημερίδα SportDay)






Ο χαρακτηρισμός που κάποιος θα αποδώσει στην Αστυνομία μίας χώρας δεν είναι μακριά από το πρόσωπο που δείχνει με τη δράση της.

Ενα πρόσωπο που είτε ορίζεται από τη δράση υπέρ των πολιτών είτε εναντίον τους. Παρακάμπτω τις ιδεολογικές μου αξιολογήσεις για την Αστυνομία και την ιστορική αποτίμηση της δράσης της την τελευταία 50ετία στη χώρα, και προσπαθώ να αξιολογήσω την παρουσία της φέτος. Η είδηση είναι προχθεσινή. Στην Αγγλία τρεις αστυνομικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα για ρατσιστικά σχόλια. Δεν περιμένω, φυσικά, να συμβεί εδώ κάτι ανάλογο, τη στιγμή που η Αστυνομία συνεργάζεται με χρυσαυγίτες.

Τη στιγμή που κτυπά απροκάλυπτα και χωρίς αιτιολογία δημοσιογράφους που προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους. Που εκδηλώνει καθαρά δολοφονικές επιθέσεις εναντίον φωτορεπόρτερ και τους στέλνει στο χειρουργείο. Θα περίμενα, όμως, σε μία περίοδο όπου η οικονομική κρίση και οι πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης επιβάλλονται βίαια και οριζόντια, προκαλώντας την απόγνωση στον κόσμο, η Αστυνομία μίας αστικής δημοκρατίας να έπαιζε έναν διπλό ρόλο. Αποφόρτισης της έντασης στις μεγάλες ή στις μικρές διαδηλώσεις και την προστασία ανθρώπων και περιουσιών από δήθεν επαναστάτες της καταστροφής.

Πιθανόν μία εκπαιδευμένη Αστυνομία να μπορούσε να διεκπεραιώσει σίγουρα τον ένα στόχο –εκείνον της προστασίας ανθρώπων και περιουσιών–  και να έδειχνε τουλάχιστον ότι προσπαθεί να επιτύχει κάπως και τον άλλον.

Οι αντιδράσεις της Ελληνικής Αστυνομίας στις μεγάλες και μικρές διαδηλώσεις αλλά και στα γήπεδα δείχνουν τρία πράγματα. Την απουσία κάθε εκπαίδευσης, παρά μόνο στο ξύλο και στη ρίψη χημικών, άγνοια των νόμων και του Συντάγματος, αγριότητα που υπερβαίνει τα πλαίσια των καθηκόντων των αστυνομικών και τερατώδη άγνοια της αποστολής τους, που περιγράφεται συνοπτικά με εκείνο το μότο που συχνά βλέπουμε στα αυτοκίνητα της αμερικανικής αστυνομίας. «To serve and protect». Να υπηρετεί και να προστατεύει. Το μότο εδώ έχει μεταλλαχθεί. Να αδιαφορεί και να σακατεύει. Ο τρόπος που φέρονται, ακόμη και σε ανθρώπους που είναι γέροντες ή αδύναμοι, δείχνει αμόρφωτους, αγενείς και πωρωμένους με μία εξουσία που δεν τους ανήκει. Νομίζουν ότι είναι υπεράνω κριτικής και νόμων. Η βία εναντίον όλων είναι ο μοναδικός τους κώδικας.

Οι εξαιρέσεις σπάνιες. Και επειδή το ίδιο το κράτος θέλει να τους χρησιμοποιεί σαν ροτβάιλερ, τους έχει ανεκπαίδευτους, κακοπληρωμένους, αμόρφωτους, χωρίς κώδικα και μέσα αυτοπροστασίας (αξιόπιστα αλεξίσφαιρα γιλέκα τα πληρώνουν από την τσέπη τους), με αλλοπρόσαλλα και εξαντλητικά ωράρια και σε πολλές περιπτώσεις αναγκασμένους να κάνουν υπηρεσία σε άθλιες συνθήκες εργασίας.

Ανίκανοι και επικίνδυνοι

Οι αστυνομικοί «εκπαιδεύονται» να είναι θυμωμένοι και να μη σκέφτονται. Ο εχθρός τους είναι πάντα όποιος δεν είναι μαζί τους. Το ιδανικό δεκανίκι μίας αυταρχικής δημοκρατίας που γίνεται όλο και πιο αυταρχική και όλο και λιγότερο δημοκρατία. Και καταντάει μία χούντα με δημοκρατικό μανδύα, που είναι τόσο παράταιρος πάνω της, που δεν μπορεί να κρύψει το απεχθές της πρόσωπο.

Αν κάποιος περίμενε από τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη (τι ειρωνικός τίτλος) να καταδικάσει την αναίτια αστυνομική βία που είχε τον Μάριο Λώλο σαν τελευταίο θύμα, προφανώς δεν έχει καταλάβει πού ζει και με ποιους έχει να κάνει. Είναι δυνατόν ένα άθροισμα υποκρισίας, λαθών και ανικανότητας, όπως ο κ. «Χρυσοβορίδης», να δείξει τέτοιες ευαισθησίες; Ο «υπουργός» που ομολόγησε ότι δεν διάβασε εκείνο που ψήφισε; Φυσικά, εκ των υστέρων, τίθεται ζήτημα για το αν μπορούσε να το κατανοήσει, αλλά δεν έχει πια σημασία.

Απλώς φανερώνει πως δεν είναι δυνατόν να έχει ιδέα τι συμβαίνει στον τομέα της πολιτικής του ευθύνης. Και διότι δεν μπορεί και διότι δεν θέλει. Ομως, ο κ. «Χρυσοβορίδης» είναι μέλος μίας κυβέρνησης με επικεφαλής έναν «τεχνοκράτη» πρωθυπουργό, που έξω από τις συζητήσεις και τις διαπραγματεύσεις για τη δανειακή σύμβαση δεν έχει ιδέα από συντονισμό, πολιτική ευθύνη, αρμοδιότητες υπουργείων, διακυβέρνηση. Η καταστολή, η μονομέρεια στην ενημέρωση και η φτωχοποίηση του λαού είναι οι άξονες πολιτικής της «κυβέρνησης». Αυτό αποκαλείται «δημοκρατία» μόνον από μισθοφόρους του καθεστώτος ή αδαείς.