Ο ασσύμετρος πόλεμος του διαδικτύου


του Πέτρου Παπακωνσταντίνου                                                   Πολιτικοί, νομικοί και κινήματα πολιτών αντιδρούν στη συνθήκη ACTA για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας από την πειρατεία.

Τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στα προϊόντα της λεγόμενης Νέας Οικονομίας -λογισμικά ηλεκτρονικών υπολογιστών, οπτικοί δίσκοι μουσικής και κινηματογραφικών ταινιών, νέα φάρμακα της βιοτεχνολογίας κ.ά. έχουν χαρακτηριστεί το πετρέλαιο του 21ου αιώνα. Κατοχυρώνοντας τις σχετικές πατέντες, λίγες πολυεθνικές εταιρείες στο τρίγωνο Αμερική - Ευρώπη - Ιαπωνία φιλοδοξούν να ελέγξουν μακροπρόθεσμα τα στρατηγικά υψώματα μιας παγκόσμιας οικονομίας, το κέντρο βάρους της οποίας μετακινείται από την ενέργεια στην πληροφορία.
Οπως κατά τους προηγούμενους δύο αιώνες ο έλεγχος του άνθρακα, του χάλυβα και του πετρελαίου αποτέλεσε το διακύβευμα σκληρών διεθνών συγκρούσεων, έτσι στις μέρες μας ο έλεγχος της πνευματικής ιδιοκτησίας εξελίσσεται σε πεδίο ενός ασύμμετρου, ευτυχώς αναίμακτου πολέμου μεταξύ εδραιωμένων και εκκολαπτόμενων μεγάλων δυνάμεων. Τους τελευταίους μήνες, το βασικό μέτωπο εστιάζεται στη διεθνή συνθήκη για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας από την πειρατεία (ACTA), την οποία υπέγραψαν τον περασμένο Οκτώβριο στο Τόκιο εκπρόσωποι των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και άλλων έξι κρατών. Στη συμφωνία προσχώρησε τον περασμένο μήνα και η Ευρωπαϊκή Ενωση.


Ανέστειλαν την επικύρωση
Προτού καν επικυρωθεί από οποιοδήποτε εθνικό Κοινοβούλιο, η ACTA πυροδοτεί μεγάλες αντιδράσεις. Ο βασικός διαπραγματευτής της Ε.Ε. Καντέρ Αρίφ παραιτήθηκε, αποκαλώντας «μασκαριλίκι» την όλη διαδικασία. Στην Πολωνία, δεκάδες βουλευτές διαμαρτυρήθηκαν φορώντας μέσα στο Κοινοβούλιο τη γνωστή μάσκα των «χακτιβιστών» (πειρατές - ακτιβιστές) που συγκροτούν τη διεθνή κοινότητα Anonymous. Διαδηλώσεις κατά της ACTA πραγματοποιήθηκαν σε δεκάδες ευρωπαϊκές πόλεις, συχνά με εντυπωσιακή συμμετοχή -μόνο στο Μόναχο κατέβηκαν στους δρόμους 20.000 πολίτες- ενώ πολλές κυβερνητικές ιστοσελίδες σταμάτησαν να λειτουργούν ύστερα από συντονισμένες επιθέσεις κυβερνοπειρατών. Υπό την πίεση των διευρυνόμενων αντιδράσεων, Γερμανία, Πολωνία, Βουλγαρία, Τσεχία, Σλοβακία και άλλες χώρες ανέστειλαν την επικύρωση της συμφωνίας.
Οι υποστηρικτές της ACTA προβάλλουν το εύλογο επιχείρημα ότι η παραβίαση της πνευματικής ιδιοκτησίας από την πειρατεία απειλεί εκατομμύρια θέσεις εργασίας στη Δύση - από τους εργαζόμενους στις εταιρείες Πληροφορικής μέχρι τους υπαλλήλους του συνοικιακού βιντεάδικου. Οπως επισημαίνει, ωστόσο, ο Καντέρ Αρίφ στη Wall Street Journal, «το πρόβλημα με την ACTA είναι ότι, σε αντίθεση με αυτό που υποδηλώνει ο τίτλος της, δεν πρόκειται απλώς για συμφωνία κατά της πειρατείας, αλλά για ένα πολύ ευρύτερο πλαίσιο», το οποίο «ανατρέπει την πολύ ευαίσθητη ισορροπία ανάμεσα στα συμφέροντα των κατόχων copyright και τις ατομικές ελευθερίες».
Εάν η νέα συνθήκη επικυρωθεί, οι αρχές θα έχουν τη δυνατότητα να ψάξουν τις αποσκευές, το laptop ή το ipod οποιουδήποτε επιβάτη θέλει να ταξιδέψει στο εξωτερικό, αναζητώντας πειρατικά προϊόντα. Στη συνέχεια, είναι δυνατό να του ασκήσουν ποινική δίωξη αν διαπιστώσουν ότι έχει κατεβάσει από το Διαδίκτυο βιβλία, λογισμικό, τραγούδια ή ταινίες, χωρίς να πληρώσει για το copyright. Επιπλέον, η ACTA επισείει τη δαμόκλειο σπάθη των κυρώσεων ενώπιον των εταιρειών παροχής υπηρεσιών του Διαδικτύου, ζητώντας τους να απαγορεύσουν την πρόσβαση σε «πειρατικές» ιστοσελίδες.
Το μεγαλύτερο, τουλάχιστον από ηθική άποψη, πρόβλημα αφορά τον τομέα της υγείας, με την ποινικοποίηση της μεταφοράς γενόσημων (generics), φτηνών αντίγραφων γνωστών, πανάκριβων φαρμάκων. Ενα ζήτημα κεφαλαιώδους σημασίας για χώρες όπως η Ινδία, η Νότια Αφρική, αλλά και η Βραζιλία, που χρησιμοποιούν ευρέως γενόσημα για την καταπολέμηση του έιτζ. Τέλος, η συνθήκη προβλέπει ένα νέο, διεθνές όργανο πλάι στο ΔΝΤ και τον ΠΟΕ, τη Διοικούσα Επιτροπή της ACTA εν είδει διεθνούς αστυνομίας κατά της κυβερνοπειρατείας.


Τριετής μυστικότητα
Σκανδαλώδης θεωρείται από πολλούς διακεκριμένους νομικούς και η διαδικασία με την οποία εκπονήθηκε η συμφωνία. Επί τρία χρόνια, οι σχετικές διαβουλεύσεις διεξάγονταν υπό συνθήκες άκρας μυστικότητας, μακριά από οποιονδήποτε έλεγχο των εθνικών Κοινοβουλίων και της Ευρωβουλής. Ουδεμία οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών εκλήθη να συμμετάσχει, ενώ ήταν διαρκώς παρόντες οι εκπρόσωποι των ενδιαφερόμενων πολυεθνικών (Φαρμακευτικές Βιομηχανίες Αμερικής, Ενωση Κινηματογραφικών Εταιρειών, Ενωση Δισκογραφικών Εταιρειών, Google, Intel, Sony, Time Warner, Verizoκ.ά.). Μόνο όταν τα Wikileaks έβγαλαν στη φόρα προσχέδιο συμφωνίας, τον Μάιο του 2008, οι σχεδιαστές της άρχισαν να ενημερώνουν, με το σταγονόμετρο, το κοινό.
Επί της ουσίας, η ACTA επιχειρεί να θωρακίσει το νέο καταμερισμό εργασίας που προωθεί η τριάδα ΗΠΑ - Ε.Ε. - Ιαπωνία: Γεωργία και «παλιά» βιομηχανία στον Νότο, καινοτομία και υψηλή προστιθέμενη αξία στον Βορρά. Υπολογιστές που σχεδιάζονται στην Καλιφόρνια και στο Σιάτλ, αλλά κατασκευάζονται μαζικά στην Κίνα και στη Μαλαισία, υψηλή ραπτική στο Παρίσι και μαζική παραγωγή στην Τυνησία. Ωστόσο, η μάταιη προσπάθεια θωράκισης του μονοπωλίου υψηλής τεχνολογίας συγκρούεται με την πραγματική ιστορία ανάπτυξης του ίδιου του δυτικού κόσμου.
Οπως μας υπενθυμίζει ο Φλοράν Λατρίβ στη «Le Monde Diplomatique», η Ελβετία ανέπτυξε τη φαρμακευτική βιομηχανία της, αντιγράφοντας γερμανικές πατέντες τον 19ο αιώνα, ενώ η Αμερική δεν αναγνώρισε πνευματικά δικαιώματα στους Αγγλους συγγραφείς παρά μόνο το 1891. Το πιο τυπικό παράδειγμα έρχεται από την αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία. Μέχρι το 1911, ένα μικρό καρτέλ διέθετε «πνευματικά δικαιώματα» για την εκμετάλλευση του δίχρονου κινητήρα βενζίνης, ευρεσιτεχνίας του Τζορτζ Σέλντεν. Εκείνη τη χρονιά, ένας ανεξάρτητος παραγωγός κατάφερε να «σπάσει» στα δικαστήρια αυτό το ολιγοπώλιο και να επιβάλει ένα είδος «κοινοκτημοσύνης μεταξύ καπιταλιστών»: κάθε εταιρεία μπορούσε να κατοχυρώνει πατέντες, αλλά ήταν υποχρεωμένη να τις μοιράζεται δωρεάν με τις υπόλοιπες εταιρείες του κλάδου. Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Χένρι Φορντ.



 Πηγή: Καθημερινή